πεντηκοντάδες

πεντηκοντάδες
πεντηκοντάς
body of fifty
fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • στιχομετρία — η, ΝΑ 1. η αρίθμηση τών στίχων ενός κειμένου, ιδίως κατά πεντάδες και η σημείωση τών αριθμών στο περιθώριο 2. εκκλ. πινάκιο στο οποίο είναι εκτεθειμένο το μέτρο τών στίχων όλων τών βιβλίων τής Παλαιάς και τής Καινής Διαθήκης 3. φρ. α) «ολική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”